Παρουσιάστηκε στον Ιωνικό Σύνδεσμο η ποιητική συλλογή του κ. Κωνσταντίνου Στούπη, με τίτλο: «ALMA LIBRE»
Το απόγευμα της Τετάρτης 15 Μαΐου 2024 παρουσιάστηκε στον Ιωνικό Σύνδεσμο, στη Νέα Ιωνία Αττικής, η νέα ποιητική συλλογή του κ. Κωνσταντίνου Στούπη, με τίτλο: «ALMA LIBRE», η οποία κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις «ΝΙΚΑΣ».
Ρεπορτάζ-Φωτογραφίες: Παναγιώτα Σούγια
Η ενδιαφέρουσα αυτή εκδήλωση ξεκίνησε με την Ηθοποιό κ. Μαίρη Καρφάκη, η απήγγειλε ένα ποίημα του κ. Κωνσταντίνου Στούπη, με τίτλο: «Μαθητής στο προνήπιο», και στην πορεία της εκδήλωσης απήγγειλε και άλλα ποιήματα από την παρουσιαζόμενη ποιητική συλλογή του κ. Κωνσταντίνου Στούπη, με τον χαρακτηριστικό τίτλο: «ALMA LIBRE».



Αμέσως μετά από την εισαγωγική απαγγελία του προαναφερθέντος ποιήματος, ο Συγγραφέας-Ποιητής, κ. Κωνσταντίνος Στούπης, προλόγισε την εκδήλωση, λέγοντας πως: «Φίλοι και φίλες καλησπέρα σας. Καλώς ήρθατε. Θερμές ευχαριστίες σε όλους σας και στον καθένα χωριστά για την αμέριστη τιμή και χαρά να παραβρεθείτε στην παρουσίαση του συγγραφικού μου έργου. Επιτρέψτε μου μία παρένθεση, που θέλω να την καταθέσω όσον αφορά στην αφιέρωση του βιβλίου. Πρόκειται για τον εκλιπόντα φίλο και δημοσιογράφο Βασίλη Μαγκαναδέλη, που μας άφησε νωρίς.».



Στη συνέχεια, τον λόγο έλαβε ο κ. Αυγερινός Θ. Ανδρέου, Δικηγόρος, πρώην Πρόεδρος και νυν Γενικός Γραμματέας της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών (Ε.Ε.Λ.), ο οποίος ανέφερε πως: «Τον Κώστα Στούπη τον γνώρισα μέσα από μία πνευματική κίνηση που είχαμε, με έδρα τη Δάφνη, υπό την άξια καθοδήγηση του Φιλολόγου και λογοτέχνη Αντώνη Γελάτσαρα. Είχαμε εκδώσει από τις αρχές του ενεστώτος αιώνος διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά και είχαμε συστήσει την «Αθηναϊκή Εταιρεία Πολιτισμού».
Ο Κώστας Στούπης περνοδιαβαίνει σαν αστραποβολίδα στα Γράμματα και στην ελληνική κοινωνία, και τώρα πορεύεται στη στράτα της λογοτεχνικής προσφοράς των ώριμων ενιαυτών. Τώρα εξεδόθη και κυκλοφορεί το τρίτο ποιητικό βιβλίο του, με τίτλο: «ALMA LIBRE», δηλαδή, «ελεύθερη ψυχή».
Η λογοτεχνική του επιτυχία και η κοινωνική του προσφορά είναι πράγματα μοναδικά, αν σκεφτεί κανείς ότι όλα αυτά τα πέτυχε όχι απομονωμένος σε κανένα εργαστήρι πλαστικής και έντεχνης δημιουργίας, δουλεύοντας στα καλούπια της Τέχνης για την Τέχνη, αλλά στους καθημερινούς αγώνες του απλού ανθρώπου για το δίκιο που του έχουν κλέψει οι ισχυροί, στην αγωνία να αποσυμπιέζει τις μυλόπετρες του κακού και, πάντως, σηκώνοντας στους ώμους του τον πόνο του ανθρώπου του καιρού του.
Τώρα, στο παρουσιαζόμενο βιβλίο: Κανονικά, δεν θα έπρεπε να πω τίποτε απολύτως για το βιβλίο. Να πω μόνον ότι κρατάτε ένα θεμελιακό, καινοτόμο, αληθινό και ανατρεπτικό βιβλίο, και να σας πω με παρρησία: «Διαβάστε το, όχι μία, αλλά πολλές φορές, και μετά, αν αντέχετε, ξανακοιτάξτε τον εαυτό σας, ερευνήστε και αύθις τους δίπλα σας και στρέψτε τα βλέμματά σας στην όποια απουσία ευψυχίας και αρετής, και σας διαβεβαιώνω ότι καμία εικόνα δεν θα είναι ίδια, όπως πριν.».
Ωστόσο, πρέπει να πω κατά τα ειωθότα πολύ λίγα, εντελώς τηλεγραφικά. Το παρουσιαζόμενο έργο φαίνεται κατ’ αρχήν να αποτελείται από μία σειρά ωραίων λυρικών ποιημάτων, της αγάπης, του έρωτα και του ουμανισμού, αλλά στην ουσία είναι πολλά δοκίμια, υψηλής συλλήψεως, τα οποία προβάλλονται, λειτουργούν και ως ανεξάρτητα και ως ενιαίον όλον. Έχουν δεθεί μεταξύ τους τα δοκίμια αυτά με ποιητική φορεσιά, επίσης, δοσμένη άριστα και περίτεχνα.
Έτσι θεωρώ εγώ, αλλά μπορεί και άλλα να είχε στον νου του ο συγγραφέας. Ένα είναι σίγουρο: Η μορφή αυτή έκφρασης είναι πρωτότυπη και επιτυχής. Ο στίχος του ποιητή αυτού λαμπερός και συνάμα λεπτός, κάθε του λέξη ακριβοζυγισμένη, μεστή από το νόημά της, αστράφτει στο φως. Αρμονικός σε όλους τους χρωματισμούς, λυγερός, τρυφερός, σαρκαστικός όπου χρειάζεται, σπαθάτος, κοφτερός, βαθύς, λαγαρός, όλος φως, όλος μουσική.
Ο ποιητής σηκώνει στους ώμους του τον ανθρώπινο πόνο, που κινεί αναγκαίως το συναίσθημα. Οργίζεται, ραπίζει, ριπίζει, νουθετεί, ιχνηλατεί, καταγράφει, ειρωνεύεται διδακτικά, τονίζει, χρωματίζει, διδάσκει. Αλλά, κυρίως, επιμένει ως ακραίος ζηλωτής στην αλήθεια. Κρύβονται πολλές αλήθειες ζωής, αλλά και μεταφυσικές στα ποιήματα ετούτα. Επιμένει ο συγγραφέας Κώστας Στούπης, να αρδεύεται ο νους του ανθρώπου μόνο από τη λίμνη των πορισμάτων της επιστήμης και όχι από τα υποπροϊόντα των διαφόρων δοξασιών, ψευδοϊδεολογημάτων και θρησκευτικών παραδοξολογημάτων, που προκαλούν φόβο, τρόμο, ταραχή και στο τέλος εκμετάλλευση του απλού και αδύνατου ανθρώπου, από τον πλούσιο, τον δυνατό, τον πονηρό και τον επιτήσειο. Ο ανθρώπινος πόνος, αυτός ο κυρίαρχος της πορείας του ανθρώπου πάνω στη Γη, είναι παρών σε όλο το μήκος του έργου. Πολλά μαθαίνει κανείς από τον πόνο, τον δικό του και των άλλων. Παραφράζοντας τη ρήση του Ευριπίδη, μπορούμε να πούμε: «όλβιος όστις του ανθρωπίνου πόνου έσχεν διάβασιν».».



Ακολούθως, ανέγνωσε το ποίημα του κ. Στούπη με τον τίτλο: «1983», και συνέχισε λέγοντας πως: «Ο άνθρωπος περνοδιαβαίνει ανά τις ρίμες και τις αγυιές του κόσμου. Γεννιέται, μεγαλώνει, δημιουργεί, γερνάει και, τέλος, πεθαίνει. Και ύστερα γίνεται ανάμνηση, γίνεται Ιστορία, αλλά τι ιστορία; Την απάντηση μας τη δίδει ο ποιητής με λίγους στίχους του:
«Η ιστορία σε μια άκρη ζει.
Λουφάζει,
απομονωμένη με πίκρα
απ’ τα σκαμπίλια που ‘φαγε
τ’ απανωτά.
Στης Λήθης πνίγεται
τα σκουριασμένα δισκοπότηρα.».
Να, γιατί στην αρχή μίλησα για δοκιμιακή γραφή, δοσμένη ποιητικά.
Θεωρώ ότι έχω δίκιο σε αυτό.
Πρέπει να σημειώσω, πλην άλλων, και την ιδιαίτερη σεμνότητα, που επιδεικνύει ο ποιητής Κώστας Στούπης, και την ευγενική του αποστροφή στις τιμές και στις διακρίσεις. Είναι αυτό δείγμα σπάνιας αρετής, δεδομένης στους καιρούς μας της υπερπροβολής του εγώ, της παραδοξολογίας, της ασσυμετρίας, της οίησης, του ξιπασμού και της, εν τέλει, επικρατήσεως του λίγου, του άδειου και του τίποτε.
Υπάρχει, βέβαια, και η επιστημονική καταξίωση. Υπάρχουν τα βραβεία «νομπέλ». Αλήθεια, θυμάται κανείς από εσάς περίπτωση κάποια, που ο τιμηθείς να είπε: «Ευχαριστώ, δεν θα το πάρω, καλύτερος από εμένα είναι ο δείνα.». Οι αρχαίοι μας πρόγονοι, όμως, είχαν συλλάβει αυτή την ιδέα και τη βρίσκουμε στον γνωστό μύθο από την Κω: Ένας πολίτης πλήρωσε έναν ψαρά να ψαρεύει γι’ αυτόν όλη τη μέρα, πράγμα που έγινε. Ένα ψάρι, όμως, είχε στα σπλάχνα του χρυσό. Εντεύθεν και η αντιδικία των δύο ανδρών, σε ποιον ανήκει, τέλος πάντων, ο χρυσός. Τα επιχειρήματα δυνατά εκατέρωθεν. Λύση δικαστική δεν επετεύχθη και οι αντίδικοι συμφώνησαν να δωρίσουν το χρυσάφι στον Κλεόβουλο τον Ρόδιο, τον σοφότερο όλων. Ο ίδιος, όμως, αρνήθηκε την προσφορά και πρότεινε τον Βία τον Πριηνέα ως σοφότερο. Ο Βίας τον Σόλωνα, ο Σόλωνας τον Περίανδρο, ο Περίανδρος τον Χίλωνα, ο Χίλωνας τον Πιττακό και ο Πιττακός τον Θαλή. Αρνηθέντων και των επτά την ιδέα ότι είναι οι σοφότεροι, ο χρυσός ρίχτηκε από τους διαδίκους στη θάλασσα.
Κυρίες και κύριοι, μια λογοτεχνική δημιουργία γεννιέται από τον ευτυχή συγκερασμό μιας υποκειμενικής ανάγκης και μιας αντικειμενικής προβολής. Στην περίπτωση του βιβλίου μας έχουμε και την πρόθεση του υποκειμένου και την κρυστάλλινη στη διαύγειά της σύλληψη των δομών του αντικειμένου. Διαβάζοντας το βιβλίο αυτό κανείς αναρωτιέται: πώς είναι δυνατόν τόσες χιλιάδες χρόνια το κακό να επικρατεί κατά κανόνα του καλού; Τι συμβαίνει πάνω στη Γη; Ο Στρατής Μυριβίλης υποστηρίζει ότι το κακό επικρατεί γιατί πάντα είναι οργανωμένο. Ίσως, να είναι και έτσι. Τελικά, φαίνεται ότι ο κόσμος είναι βαριά άρρωστος. Υπάρχει μια σχετική φράση του Eliott, που, ευχαρίστως, θα υπέγραφε ο Κώστας Στούπης, αν και απόξενος του ιδεαλισμού: «Δεν είναι η συνείδησή μου, ούτε το μυαλό μου που είναι άρρωστο, αλλά ο κόσμος που είμαι αναγκασμένος να ζω.».
Φίλε Κώστα, σε ευχαριστούμε για την προσφορά σου στην τάλαινα, αλλά υπερήφανη λογοτεχνία μας.
Έρρωσο και περαιτέρω δημιούργει. Ευχαριστώ που με ακούσατε.».

Κατόπιν, τον λόγο έλαβε ο κ. Γιάννης Παπαθεοδώρου, Διδάκτωρ Φιλολογίας, Λογοτέχνης, μέλος της Ε.Κ.Ν.Μ. της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών (Ε.Ε.Λ.), ο οποίος ανέφερε πως: «Διαβάζοντας την ποιητική συλλογή του Κωνσταντίνου Στούπη θεωρώ ότι είναι ένα καταστάλαγμα βαθιάς περισυλλογής και υπαρξιακής αναζήτησης, λεπτής ευαισθησίας και στοχαστικών σκέψεων.
Μια συλλογή ποιημάτων, που έχουν γραφτεί με το μελάνι της ωριμότητας, και που με άγγιξαν τόσο η μορφή όσο και το περιεχόμενο. Ποιήματα λακωνικά, μεστά, περιεκτικά και αρκετά βιωματικά, που φανερώνουν τη δίψα της επιθυμίας, το ανεκπλήρωτο πολλές φορές, αλλά και η κατάφαση στη ζωή.».
Επίσης, ο κ. Παπαθεοδώρου ανέφερε πως: «Ας θυμηθούμε τι είπε ο Ρίλκε σε έναν νέο ποιητή, που του έθεσε υπό την κρίση του τα γραπτά του:
Τον ρώτησε, λοιπόν: «Δάσκαλε, αξίζει τον κόπο να συνεχίσω να γράφω;», και ο Ρίλκε, ο λυρικός ποιητής και πεζογράφος του 20ού αιώνα απάντησε: «ρώτησε τον εαυτό σου, αν δεν γράψεις, θα πεθάνεις;», και τότε να αρχίσεις να γράφεις χωρίς να ρωτάς κανέναν.
Έτσι, λοιπόν, η γραφή της ποίησης δεν είναι ένα πάρεργο, δεν είναι ένα χόμπι, είναι μια βαθύτατη αναγκαιότητα, όχι προσωπική, αλλά καθολική αναγκαιότητα όχι των ανθρώπων. Είναι η ανάγκη της επαφής της επικοινωνίας, της μετάδοσης μιας βαθύτατης εμπειρίας και της δημιουργίας ενός πλατύτατου κλίματος αδελφοσύνης πέρα από τις διάφορες πολιτικές, ιδεολογικές, παραδοσιακές, φυλετικές, πολύ πιο πέρα.
Η ποίηση είναι εκείνη που παραμερίζει εκείνα τα στοιχεία, που χωρίζει τους ανθρώπους, ανακαλύπτει και αναδεικνύει αυτά που τους ενώνουν, γι’ αυτό η λειτουργία της έχει μια εξαιρετικά μεγάλη κοινωνική σημασία, και όπως έχουν πει μεγάλοι αισθητικοί ποιητές: είναι οι οργανωτές του κοινωνικού συναισθήματος, και ακόμη κάποιοι άλλοι έχουν πει ότι οι ποιητές είναι οι αρχιτέκτονες της ανθρώπινης ψυχής.
Τα ερεθίσματα για τη γραφή είναι άπειρα. Όπως ένας άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς να αναπνέει, έτσι και ο ποιητής γράφει, όχι για να κερδίσει δόξα, όχι για να κερδίσει επιτυχία, όχι για να κερδίσει φήμη, αλλά δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά.
Έτσι, εφόσον, λοιπόν, είναι απέραντη τόσο η φύση εφάπτεται με το απέραντο της ζωής, έτσι δεν υπάρχει λόγος να πούμε ποια είναι τα κίνητρα, ποια τα ερεθίσματα. Κάθε στιγμή για την ποίηση έχει τόσο μεγάλη διάρκεια όσο μια αιωνιότητα. Η μνήμη και η νοσταλγία, οι απώλειες κάθε είδους, κυρίως αισθηματικές, οι ματαιώσεις, ο έρωτας και οι διαθέσεις, όλα αυτά αποτυπώνονται με ακρίβεια και αισθαντικότητα, με νηφαλιότητα, με λογισμό και μέτρο. Αρκετά ποιήματα είναι γραμμένα σε πρώτο πρόσωπο, εκφράζουν ένα γλυκό παράπονο για πολλά που δεν πραγματοποιήθηκαν ή δεν ικανοποίησαν και για ανεκπλήρωτα όνειρα.» και μετά από την ανάγνωση ενός ποιήματος του κ. Στούπη συνέχισε λέγοντας πως: «Αν ζει, αν υπάρχει ακόμη ποίηση, τούτο το χρωστάμε στην ταπεινή ρωγμή, που λησμόνησαν οι θεοί στο σφαλισμένο παράθυρο της σιγουριάς και της άμυνας των ανθρώπων.», επισημαίνει ο Τάκης Σινόπουλος.
Το ποίημα, φίλε Κωνσταντίνε, και αγαπητοί φίλοι, ποτέ δεν είναι παρών, είναι παρελθόν και μέλλον, ανάμνηση και προσμονή, απουσία από τα πράγματα και προβολή σε μια πραγματικότητα, που υπήρξε ή θα υπάρξει κάποτε, μέσα σε μια άξαφνη στιγμή, που θα είναι τότε όλος ο χρόνος.
Η μεγάλη ποιήτριά μας, Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, διερωτάται: «Ξέρετε γιατί γράφουν οι άνθρωποι ποιήματα;». Και απαντά: «Για να τα έχουν όταν το φως τους σβήσει η φύση.».
Φίλε Κωνσταντίνε, θα ήθελα να σε ευχαριστήσω από καρδιάς, γιατί το βιβλίο σου έτερψε την ψυχή μου. Το ίδιο θα νιώσουν και όσοι θα το κρατήσουν στα χέρια τους και θα απολαύσουν το πόνημά σου. Να είσαι υγιής και εμπνευσμένος να μας χαρίζεις τους καρπούς από το πλούσιο ποιητικό σου περιβόλι, τον καλοδουλεμένο ποιητικό σου λόγο, ζυμωμένο με τα βιώματα μιας δύσκολης διαδρομής, όμως, υποσχετικός για μια δυναμική συνέχεια. Σας ευχαριστώ.».



Η εκδήλωση συνεχίστηκε με τον πρωταγωνιστή της βραδιάς, Συγγραφέα-Ποιητή, κ. Κωνσταντίνο Στούπη, ο οποίος έλαβε τον λόγο και ανέφερε πως: «Ξεκινώντας την τοποθέτησή μου θα χρησιμοποιήσω τη ρήση του ποιητή:
«Μόνο το ποίημα
μπορεί να πει
ό,τι δεν μπορούμε
να πούμε εμείς
για την ποίηση».
Ο συγκεκριμένος ποιητής, που δεν είναι άλλος από τον Γιάννη Ρίτσο, δίνοντας μια συνέντευξη παλαιότερα, σε ένα αξιόλογο περιοδικό ποίησης, μας λέει:
«Το ποίημα ξεπηδάει από μιαν ανάγκη να αποδοθεί η σιωπή, από μιαν εντολή της ανθρώπινης προϊστορίας, ιστορίας και μυθιστορίας. Μια εντολή, που δίνεται στον ποιητή άθελά του και εκφράζεται μέσα από αυτόν.
Γράφοντας ποίηση κάνει, χωρίς να το ξέρει, μια μάχη, σώμα με σώμα, με τον θάνατο. Και όταν λέμε θάνατο, δεν εννοούμε μόνο τον φυσικό, αλλά και όλες τις μορφές κοινωνικού θανάτου. Η καταπίεση, η σκλαβιά, οι επιθυμίες που δεν εκπληρώνονται, όλα αυτά είναι μια καθημερινή εκτέλεση, ένας θάνατος. Και όσο θα υπάρχει θάνατος, θα υπάρχει και η αντίσταση στον θάνατο.
…Ο ποιητής πιστεύει πάντα στην αξία της ζωής, γιατί, αν πραγματικά τη θεωρούσε μάταιη, δεν θα είχε λόγο να γράφει. Ακόμη και η άρνηση της ζωής, όταν γίνεται Τέχνη, μετασχηματίζεται σε κατάφασή της. Αυτός είναι και ο λόγος, που ακόμη και η επαφή μας με έργα παρακμής, μας δημιουργεί αίσθημα ευφορίας.
Η ποίηση και όλη, γενικά, η Τέχνη, έχει μια ενέργεια εξυγιαντική. Θα σας έχει τύχει φαντάζομαι και εσάς να βρίσκεστε σε κατάσταση απελπισίας και να γράφετε ένα ποίημα, που να την αντανακλάει.
Η ίδια, όμως, η διαδικασία της γραφής του να σας προκάλεσε μια ζωική ευφορία.».
Όσον αφορά στον τομέα των σκέψεών μου, το γράψιμο δεν το αντιλαμβάνομαι απλά ως μια παραγωγή κειμένου. Πρώτα από όλα σημαίνει να σκέφτεσαι, να αφηγείσαι στον εαυτό σου κάποιες σκηνές.
Συχνά έρχονται στο μυαλό μου η μητέρα και η θεία μου, που συγκατοικούσαμε, πολλές φορές μαγειρεύοντας ή τακτοποιώντας, στρώνοντας τα κρεβάτια, τις «έπιανα» να ομιλούν μόνες τους, να απαντούν στα ερωτήματά τους, ωσάν καπληκτικές ηθοποιοί.
Ήταν, και είναι, ένας εσωτερικός διάλογος.
Σε κάποιο σημείο του ποιήματος, θεωρώντας το, ίσως, και κρίσιμο, δεν ξέρω προς ποια κατεύθυνση γέρνω.
Κάποια νέα σκηνή μπορεί «να τρυπώσει», οπότε και να αλλάξει τα ως τότε γραφόμενα, οπότε έτσι συμβαίνει μία ανατροπή κάποιων στίχων, που μπορεί να με εκπλήσσουν ευχάριστα.
Χρησιμοποιώντας τον λόγο και ως τοποθέτηση της ποιήτριας Μαρ. Λαϊνά:
«…δεν γράφω ποίηση μόνο για τον εαυτό μου
αυτοί που το λένε, ψέματα λένε.
Ούτε, όμως, για ένα συγκεκριμένο πρόσωπο.
Γράφω ποίηση σαν να ρίχνω
ένα μπουκάλι στη θάλασσα.
Αν κάποιος το βρει
αυτό μου αρκεί.».
Ως επισφράγιση των όσων σχολιάστηκαν στο πάνελ, το βιβλίο μου τούτο είναι ένα περιστασιακό πέρασμα μιας κριτικής ευαισθησίας, που έτυχε να με συγκινήσουν και να δονήσουν την ψυχολογία της στιγμής, να την καθηλώσουν τα κεντρίσματα της νηφάλιας πρόζας.
Μες στη μεστότητα των χρόνων ως συγγραφέας-ποιητής ακολουθείς κανόνες-μέτρα, αγκαλιάζοντας το αντικείμενό σου και ζώντας το αποκαλύπτεις τις αναβολές και αντιξοότητες της ζωής.
Αναμφίβολα, υπάρχει ανομοιογένεια. Το συναίσθημα σε μια διαρκή ψυχολογική κίνηση σκιαγραφεί.
Το κίνητρο, η μεταλαμπάδευση της απορίας στον αναγνώστη.
Ο τίτλος προσδίδει την κάθαρση και το κάθε στιχούργημα μια ιδιάζουσα στάση ζωής και αξιοπρέπειας, ως αναφορά στον έναρθρο λόγο.
Μετά από αυτή τη συγγραφική κατάθεση αντιμετώπισης υποσυνειδήτου, πορεύομαι ως δημιουργός.
Σας ευχαριστώ.».
Η βραδιά ολοκληρώθηκε με την ανάγνωση δύο ακόμη ποιημάτων του κ. Κωνσταντίνου Στούπη, και ακολούθησε ένα κέρασμα, όπου οι παρευρισκόμενοι είχαν περισσότερα πράγματα να πούνε με τον κ. Στούπη, αλλά και μεταξύ τους, για το ποιητικό του έργο και όχι μόνον.

Επίσης, οφείλουμε να αναφέρουμε στην εκδήλωση παραβρέθηκαν, μεταξύ άλλων, η Αντιδήμαρχος Διαχείρισης Ανθρώπινων Πόρων και Πρόεδρος του Παραρτήματος Ν.Ι.Φ.Η.Μ. της Ε.Α.Ε. κ. Ελισάβετ Γεωργιάδου, ο δημοτικός σύμβουλος κ. Νικόλαος Αργυρόπουλος, ο Πρόεδρος της Ένωσης Σπάρτης Μικράς Ασίας κ. Λουκάς Χριστοδούλου, ο Πρόεδρος του Ιδρύματος «Τάκης Σινόπουλος-Σπουδαστήριο Νεοελληνικής Ποίησης», κ. Ξάνθος Μαϊντάς, ο κ. Κωνσταντίνος Τσαγκαράκης και από τον Ιωνικό Σύνδεσμο: ο Πρόεδρος κ. Γιάννης Κοντίτσης, η Αντιπρόεδρος κ. Δέσποινα Γεωργαντζή, η Γενική Γραμματέας κ. Φωτεινή Παπαδοπούλου, η Ειδική Γραμματέας κ. Βασιλική Μελέτη και η Κοσμήτορας κ. Αγγελική Σαρηγιάννη.


















