ΜΕ ΣΕΒΑΣΜΟ ΣΤΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ
Κυριακή | 9 Φεβρουαρίου 2025
Κοινωνία Πειραιάς Τοπική Αυτοδιοίκηση

Πλήθος κόσμου στην ετήσια εκδήλωση του Δημοτικού Συμβουλίου Νέων του Δήμου Πειραιά

Με τις ευχές για ένα δημιουργικό και χαρούμενο 2025, όπου ο καθένας θα επιτύχει τους στόχους του, έκοψαν την Πρωτοχρονιάτικη πίτα τους τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου Νέων Δήμου Πειραιά, στην αίθουσα του Δημοτικού Συμβουλίου.
Κοινωνία Πειραιάς Τοπική Αυτοδιοίκηση

Πλήθος κόσμου στην κοπή της Πρωτοχρονιάτικης πίτας του Γραφείου Εθελοντισμού του Δήμου Πειραιά

Στην επιθυμία της Δημοτικής Αρχής να ενισχύσει ακόμη περισσότερο τον εθελοντισμό και στη βεβαιότητά του ότι τα επόμενα χρόνια ο Δήμος Πειραιά θα είναι υπερήφανος για την ανάπτυξη του εθελοντικού κινήματος στην πόλη, αναφέρθηκε ο Δήμαρχος Πειραιά, κ. Γιάννης Μώραλης, κατά τον χαιρετισμό του, στην κοπή της Πρωτοχρονιάτικης πίτας του Γραφείου Εθελοντισμού του δήμου.
Αττική Κοινωνία Τοπική Αυτοδιοίκηση Υγεία

Ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα μαστογραφιών μηνός Ιανουαρίου στα Κ.Ε.Π. Υγείας

Οι Δήμοι Παλλήνης και Αιγάλεω, στο πλαίσιο εφαρμογής προγραμμάτων προληπτικής ιατρικής, σε συνεργασία με το Εθνικό Διαδημοτικό Δίκτυο Υγιών Πόλεων-Προαγωγής Υγείας (Ε.Δ.Δ.Υ.Π.Π.Υ.), μέσα από τη Δομή των Κ.Ε.Π. Υγείας και σε συνεργασία με τον Σύλλογο Φίλων του Ογκολογικού Νοσοκομείου «Άγιοι Ανάργυροι», διοργάνωσαν δωρεάν Μαστογραφίες, με σκοπό την πρόληψη και την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του μαστού.

Κόπηκε η Πρωτοχρονιάτικη πίτα για εργαζομένους και αιρετούς του Δήμου Γρεβενών

Με την ευλογία της τοπικής Εκκλησίας, ανταλλαγή ευχών και με αναφορά στους βασικούς στόχους για το 2025, έγινε η κοπή της Πρωτοχρονιάτικης πίτας των εργαζομένων του Δήμου Γρεβενών, το μεσημέρι της Πέμπτης 30 Ιανουαρίου 2025.

Στην κοπή βασιλόπιτας του Κ.Δ.Α.Π.-ΜεΑ του Δήμου Κιλκίς ο Δήμαρχος κ. Δημήτρης Κυριακίδης

Τη βασιλόπιτά του έκοψε το Κ.Δ.Α.Π.-ΜεΑ του Δήμου Κιλκίς, με προσκεκλημένο στην εκδήλωση τον Δήμαρχο Κιλκίς, κ. Δημήτρη Κυριακίδη, ο οποίος, μαζί με τον Αντιδήμαρχο Παιδικής Μέριμνας κ. Δημήτρη Θεοδωρίδη και τον εντεταλμένο δημοτικό σύμβουλο για θέματα Κοινωνικής Αλληλεγγύης ατόμων με αναπηρία κ. Νικόλαο Αβραμίδη, αντάλλαξαν ευχές για τη νέα χρονιά με το εκπαιδευτικό προσωπικό, τα παιδιά του Κέντρου και τους γονείς τους.
Βόρειο Αιγαίο Κοινωνία

Την κοπή της πίτας της γιόρτασε η «Αδελφότητα Κρητών Λέσβου»

Η Πρόεδρος του Συλλόγου ευχαρίστησε όλους τους παρευρισκόμενους, τους ευχήθηκε καλή χρονιά...
Κοινωνία Κρήτη Τοπική Αυτοδιοίκηση

Κόπηκε η Πρωτοχρονιάτικη πίτα των εργαζόμενων του Δήμου Χανίων

Έπειτα από πρόσκληση του Δημάρχου Χανίων, κ. Παναγιώτη Σημανδηράκη, οι εργαζόμενοι, αλλά...
Ελληνική Οικονομία Κοινωνία Πελοπόννησος Τοπική Αυτοδιοίκηση

Συμμετοχή του Δήμου Κορινθίων στη Διεθνή Έκθεση Τουρισμού World Travel Market (WTM) 2024 και τουριστική προώθησή του

Τον Δήμο Κορινθίων εκπροσώπησε η Αντιδήμαρχος Παιδείας και Τουρισμού, κ. Δήμητρα Τσουλουχά,...

1η συνεδρίαση του Συμβουλίου Δημοτικής Κοινότητας Χαλκιδέων, όπου, παρουσία της Δημάρχου κ. Έλενας Βάκα, έκοψε την Πρωτοχρονιάτικη πίτα του

Τη Βασιλόπιτα έκοψε η Δήμαρχος Χαλκιδέων, κ. Έλενα Βάκα, μαζί με τον Πρόεδρο της Δημοτικής Κοινότητας, κ. Κυριάκο Παλιβάκη, οι οποίοι ευχήθηκαν καλή και δημιουργική χρονιά σε όλες και όλους, με τη Δήμαρχο να παίρνει τον λόγο, δίνοντας συγχαρητήρια σε όλους τους Συμβούλους της...
Βόρειος Τομέας Περιβάλλον Τοπική Αυτοδιοίκηση

Συνεχίζεται εντατικά η περισυλλογή εγκαταλελειμμένων οχημάτων στον Δήμο Βριλησσίων

Από τις αρχές Ιανουαρίου 2024 μέχρι σήμερα έχουν περισυλλεγεί με την προβλεπόμενη από τον νόμο διαδικασία συνολικά 34 οχήματα. Πρόκειται για οχήματα, τα οποία οι ιδιοκτήτες τους για μεγάλο χρονικό διάστημα είχαν αφήσει σε δρόμους, αλλά και κοινόχρηστους χώρους της πόλης.Με την απομάκρυνση των εγκαταλελειμμένων οχημάτων από τα Βριλήσσια αποτρέπεται η δημιουργία εστιών μόλυνσης στις γειτονιές. Η περισυλλογή τους απελευθερώνει Δημόσιο Χώρο, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτόν στη βελτίωση της εικόνας της πόλης και στην εύρυθμη λειτουργία της. Τα οχήματα, που περισυλλέγονται, οδηγούνται στην ανακύκλωση, με αποτέλεσμα να ανακτάται το...
Βιβλίο Βόρειος Τομέας Κοινωνία Τοπική Αυτοδιοίκηση

Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η παρουσίαση του βιβλίου της κ. Ειρήνης Π. Βεκρή: «Η ρυζόπιτα», που διοργάνωσε η Ένωση Σπάρτης Μικράς Ασίας

Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Σπάρτης Μικράς Ασίας, στο πλαίσιο της συμμετοχής της στη διεξαγωγή των «Ιωνικών Ημερών Μνήμης και Πολιτισμού 2024», που διοργανώνει ο Δήμος Νέας Ιωνίας Αττικής, πραγματοποίησε το απόγευμα της Τετάρτης 11 Σεπτεμβρίου 2024 μία ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα εκδήλωση-παρουσίαση του αξιόλογου ιστορικού μυθιστορήματος της κ. Ειρήνης Π. Βεκρή, με τίτλο: «Η ρυζόπιτα – Δέκα χρόνια στη Νέα Ιωνία», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αστάρτη».

Ρεπορτάζ-Φωτογραφίες: Παναγιώτα Σούγια
Στη σημαντική αυτή εκδήλωση, που πραγματοποιήθηκε στο Δημοτικό Συνεδριακό Κέντρο Νέας Ιωνίας Αττικής, παραβρέθηκαν, μεταξύ άλλων, ο π. Σωτήριος, ως εκπρόσωπος του Σεβασμιότατου Μητροπολίτη Νέας Ιωνίας, Νέας Φιλαδελφείας, Ηρακλείου και Χαλκηδόνος κ.κ. Γαβριήλ, η Αντιδήμαρχος Πολιτισμού κ. Αναστασία Κλάρα, ο επικεφαλής της δημοτικής παράταξης «Αλλαγή για τη Νέα Ιωνία», κ. Βασίλης Χριστοδούλου, ο δημοτικός σύμβουλος της παράταξης «Δημιουργία Αλληλεγγύη» κ. Ευθύμιος Παπαμαργαρίτης, ο Πρόεδρος του Ιδρύματος «Τάκης Σινόπουλος-Σπουδαστήριο Νεοελληνικής Ποίησης κ. Ξάνθος Μαϊντάς, ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Αλαγιωτών Νέας Ιωνίας κ. Γιώργος Νουβέλογλου και η Πρόεδρος της Πολιτιστικής Ένωσης Μικρασιατών Νέας Ιωνίας Αττικής «Η Καππαδοκία» κ. Κούλα Μπρόλιου.

Την εκδήλωση προλόγισε και στη συνέχεια συντόνισε ο Πρόεδρος της Ένωσης Σπάρτης Μικράς Ασίας, κ. Λουκάς Χριστοδούλου: «Σήμερα, είμαστε όλοι εδώ για να παρουσιάσουμε ένα βιβλίο: «Η Ρυζόπιτα-Δέκα χρόνια στη Νέα Ιωνία». Φαίνεται ότι η Ρυζόπιτα δεν τους άρεσε αυτουνούς και βγήκαν έξω να φάνε τυρόπιτες και σπανακόπιτες. Αλλά, όπως θα μας πει σε λίγο η κ. Βεκρή, η ρυζόπιτα ήταν ένα πολύ αγαπημένο φαγητό των προσφύγων, που ήρθαν και εγκαταστάθηκαν εδώ, στη Νέα Ιωνία.
Θα πω δυο λόγια: Το 2023 συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από την ίδρυση, θεμελίωση και τα εγκαίνια του τότε συνοικισμού ΙΩΝΙΑ, που αργότερα με τη συνένωση και άλλων συνοικισμών (Ελευθερούπολης, Σαφράμπολης, Ινέπολης, Περισσού) απετέλεσαν τον Δήμο της Νέας Ιωνίας.

Ως Πρόεδρος, λοιπόν, του τότε ανεξάρτητου νομικού προσώπου, του ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ., που σήμερα δεν υπάρχει με τη νομική μορφή που υπήρχε, θα προσπαθήσει ο Δήμος να κάνει το νομικό πρόσωπο, που ήτανε το ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ., Ίδρυμα πλέον. Έτσι, λοιπόν, ξεκινήσαμε να κάνουμε στις αρχές του 2023 έναν Λογοτεχνικό Διαγωνισμό, στο πλαίσιο ανάλογων διαγωνισμών που κάναμε. Ο Διαγωνισμός αυτός ήτανε συγγραφή μιας νουβέλας, με γενικό θέμα: «Εκατό χρόνια ζωής της Νέας Ιωνίας Αττικής».
Εγώ, να σας πω προσωπικά την αλήθεια, δεν περίμενα ότι κανείς θα γράψει μια νουβέλα για τη Νέα Ιωνία. Και, όμως, βρέθηκε η κ. Βεκρή να γράψει και να μας στείλει αυτό το δοκίμιο, την τελευταία ημέρα, που ήταν η υποβολή των αντίστοιχων εισηγήσεων.
Ήρθε, λοιπόν, αυτή η εισήγηση, την έδωσα στον αγαπητό φίλο, τον Αρχάγγελο Γαβριήλ, και στην κ. Καλλιόπη Στεριάδου, οι οποίοι μου είπανε: «Βεβαίως, να το βγάλουμε.».
Το βιβλίο αυτό έπρεπε να το βγάλει το ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ., στο πλαίσιο ανάλογων εκδόσεων, που έχουμε κάνει από Λογοτεχνικούς Διαγωνισμούς, σε έναν εκ των οποίων έχει τιμηθεί η κ. Βεκρή. Δυστυχώς, όμως, τον Νοέμβριο βγήκε ένας νόμος, που κατάργησε την αυτοτέλεια και δεν έχουμε τη δυνατότητα πλέον να κάνουμε τίποτε.
Τον περασμένο Γενάρη, απλώς στην κοπή της πίτας, ανακοινώσαμε το αποτέλεσμα και την τιμήσαμε με μια πλακέτα.
Έτσι, λοιπόν, σήμερα, είμαστε εδώ στην πόλη, για την οποία αναφέρεται το βιβλίο για να σας το παρουσιάσουμε από εξαίρετους εισηγητές.
Ρυζόπιτα, λέγεται, και προκαλεί το ενδιαφέρον γιατί μοιάζει και σαν ιστορικό αφήγημα, μπορούμε να πούμε. Και είναι εντυπωσιακό από μια γυναίκα, την κ. Ειρήνη Βεκρή, η οποία είναι πολύ φίλη στο ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ.. μας τιμάει πάντοτε με τις προτάσεις και τις εισηγήσεις της.
Μάλιστα, είχε γράψει ένα πάρα πολύ ωραίο βιβλίο: «Ο άνθρωπος που έκανε τις Κυδωνίες ν’ ανθίσουν» και ήταν μία έκδοση αυτή του ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ..».

Αμέσως μετά, τον λόγο έλαβε ο κ. Αντώνης Κλάψης, Αναπληρωτής Καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας και Διεθνούς Πολιτικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, ο οποίος ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως: «Καθώς ερχόμουν σκεφτόμουν μια φράση, που είπε κάποτε ο Δημήτρης Χορν, που μου άρεσε, ο γνωστός, ο παλιός ηθοποιός: «Η επαφή φέρνει την απόσταση και η απόσταση φέρνει την επαφή.». Αυτό συνέβη και στην περίπτωση της κ. Βεκρή και εμού. Τουλάχιστον, για το δεύτερο σκέλος, που είναι ότι η γνωριμία μας έγινε εξ αποστάσεως κατ’ αρχάς, διότι η κ. Βεκρή ήταν φοιτήτριά μου στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο και είχα την πολύ μεγάλη χαρά να επιβλέψω τη συγγραφή γης διπλωματικής εργασίας στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα, το οποίο παρακολουθούσε. Οφείλω να ομολογήσω ότι έκανε πολύ καλή δουλειά και την ολοκλήρωσε με μεγάλη επιτυχία.
Σκεφτόμουν, όμως, ότι αυτή η ίδια φράση, ότι η απόσταση φέρνει την επαφή, ισχύει και στην περίπτωση του βιβλίου της κ. Βεκρή, διότι παρά τη χρονική απόσταση, που μας χωρίζει από τα γεγονότα, από την εποχή που περιγράφει η συγγραφέας, η ίδια κατορθώνει να μας φέρει σε άμεση, σχεδόν βιωματική, θα έλεγα, επαφή με αυτά. Άρα, γεφυρώνει το χάσμα το χρονικό, που μοιραία μας χωρίζει από την εποχή την οποία περιγράφει με την εποχή την οποία ζούμε.
Ποια είναι τώρα αυτή η εποχή, για την οποία μιλάει στο βιβλίο της η κ. Βεκρή. Είναι στην πραγματικότητα η καρδιά του ελληνικού Μεσοπολέμου. Το βιβλίο ως ιστορία εξελίσσεται από τα μέσα της δεκαετίας του 1920 έως, περίπου, στα μέσα της δεκαετίας του 1930. Είναι η καρδιά του πλέον ταραγμένου ελληνικού Μεσοπολέμου, μιας περιόδου πολύ πυκνής σε βιώματα, με μεγάλες ανατροπής προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, αλλά κα με παρακαταθήκες, οι οποίες προσδιόριζαν την ελληνική Ιστορία για τις δεκαετίες που ακολούθησαν, και κάποιες από αυτές εξακολουθούν να μας αφορούν και να μας προσδιορίζουν μέχρι και σήμερα.
Η πρώτη από τις παρακαταθήκες του ελληνικού Μεσοπολέμου, η οποία είναι και το αφετηριακό, θα έλεγα, γεγονός της ιστορίας που διηγείται η κ. Βεκρή, είναι ασφαλώς η Μικρασιατική καταστροφή. Η έλευση των προσφύγων, η εγκατάστασή τους σε διάφορες περιοχές στην Ελλάδα, ανάμεσά τους και στον χώρο στον οποίο βρισκόμαστε σήμερα, στη Νέα Ιωνία, δηλαδή, στους παλιούς Ποδαράδες.» και στη συνέχεια αναφέρθηκε στα καθοριστικά πολιτικοκοινωνικά συμβάντα της εποχής για την εξέλιξη της πολιτικής μας Ιστορίας.

Ακολούθως, ο κ. Κλάψης είπε, μεταξύ άλλων πως: ««Η Ρυζόπιτα», το ιστορικό μυθιστόρημα της κ. Βεκρή είναι μια αφήγηση με αυτοβιογραφικές αναφορές. Δηλαδή, είναι αναφορές, που άπτονται των αναμνήσεων της ιδίας, των διηγήσεων από άλλους, που μας τις μεταφέρει, και ενός κλίματος μιας εποχής, την οποία, θα έλεγα, με πολύ γλαφυρό, αλλά, ταυτόχρονα, και έντονα βαθιά συναισθηματικό τρόπο, ανασυνθέτει μέσα από τις σελίδες του βιβλίου της. Εγώ, έτσι όπως το διάβασα το βιβλίο, που είχα τη χαρά να το διαβάσω λίγο πριν φτάσει στο τυπογραφείο, μου δημιούργησε και έναν άλλον συνειρμό. Είναι η ρυζόπιτα από το ρύζι, βέβαια, αλλά εγώ το είδα και ως η πίτα, που προσδιόριζε το ρίζωμα των προσφύγων στη νέα τους πατρίδα. Στην προκειμένη περίπτωση στη Νέα Ιωνία, αλλά ουσιαστικά σε ολόκληρη την Ελληνική Επικράτεια. Το ρίζωμα αυτό, το νέο ρίζωμα, το ξερίζωμα από τη μια πατρίδα και το ρίζωμα σε μια άλλη πατρίδα, το οποίο είχε την ιδιαιτερότητα ότι έγινε μέσα σε τραγικές συνθήκες, αλλά που από την άλλη μπόλιασε το κυρίως σώμα του ελληνισμού, το Ελλαδικό Κράτος, δηλαδή, με στοιχεία που ακόμη και σήμερα μας είναι όχι απλώς πολύτιμα, αλλά έχουν καταστεί κομμάτια της εθνικής μας ιδιοσυστασίας. Μπόλιασαν οι πρόσφυγες την κοινωνία, μπόλιασαν την Οικονομία (η Νέα Ιωνία είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα, με τα Ταπητουργία, τα οποία λειτούργησαν για πολλά χρόνια), μπόλιασαν την πολιτική με σημαντικούς πολιτικούς, που σιγά-σιγά βγαίνουν μέσα από το Σώμα του προσφυγικού ελληνισμού, μπόλιασαν και τον Πολιτισμό. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, για παράδειγμα, ότι το πρώτο ελληνικό Νόμπελ, είναι Μικρασιατικό Νόμπελ. Είναι ο Γιώργος Σεφέρης. Ο οποίος, βέβαια, έχει έρθει έναν μήνα πριν την καταστροφή στην Ελλάδα.».
Επίσης, ο κ. Κλάψης ανάφερε, μεταξύ άλλων πως: «Η Ρυζόπιτα, λοιπόν, είναι μια ιστορία του ριζώματος, αλλά είναι και μια ιστορία της ίδιας της μετάβασης της Ελλάδας από μια εποχή σε μια άλλη. Θα πω μόνο ένα παράδειγμα, για να καταλάβετε τι εννοώ. Θα δείτε ότι στην αρχή κάπου της διήγησης περιγράφεται η συνταγή της Ρυζόπιτας. Και περιγράφονται τα υλικά ζυγισμένα, όπως πρέπει, για να μην χαλάσει το μείγμα, σε οκάδες και δράμια. Στο τέλος, η ίδια συνταγή περιγράφεται σε κιλά και γραμμάρια. Η Ελλάδα έχει περάσει από μια εποχή σε μια άλλη εποχή. Η οκά είναι Οθωμανική μονάδα μέτρησης βάρους, την οποία, φαντάζομαι, οι πιο μεγάλοι θα τη θυμάστε κιόλας διότι ήταν σε χρήση στην Ελλάδα μέχρι τον Ιούλιο του 1959. Την 1η Ιουλίου του 1959 έγινε η μεταρρύθμιση στα μέτρα και στα σταθμά.».

Επιπλέον, ο κ. Κλάψης επισήμανε, μεταξύ άλλων, πως: «Το βιβλίο της κ. Βεκρή, και κλείνω μ’ αυτό, είναι ένα ταξίδι στο παρελθόν. Συνδυάζει με αριστοτεχνικό, θα έλεγα, τρόπο, οπωσδήποτε με βαθιά συναισθηματικό τρόπο, τη Λογοτεχνία με την Ιστορία. Δεν ισχυρίζεται ότι είναι ένα ιστορικό δοκίμιο, αλλά οπωσδήποτε είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα, με την έννοια ότι χρησιμοποιεί ιστορικά γεγονότα ως έναν καμβά, πάνω στον οποίο υφαίνει τη δική της ιστορία, που έχει, όπως είπα και προηγουμένως, πολλές προσωπικές αναφορές. Είναι μία άσκηση κατάδυσης, ας πούμε, σε ένα παρελθόν, που για κάποιους μπορεί να μοιάζει και μακρινό, αλλά νομίζω, ταυτόχρονα, ότι είναι και μία υπόμνηση και για το παρόν. Και λειτουργεί ως ένα ερέθισμα της μνήμης και, ταυτόχρονα, ως μία υπενθύμιση του πώς πρέπει συνεχώς να αναστοχαζόμαστε το παρελθόν. Όχι για να χαθούμε μέσα σε αυτό, αλλά για να καταλάβουμε πώς έχουμε φτάσει μέχρι εδώ. Και, ίσως, να ψηλαφίσουμε λίγο και το μέλλον. Δεν λέω να το προβλέψουμε. Γιατί εάν οι Ιστορικοί προέβλεπαν το μέλλον θα ήταν πλούσιοι. Και οφείλω να το πω ότι δεν ξέρω κανέναν που να έγινε πλούσιος ασκώντας το επάγγελμα του Ιστορικού. Καμία δουλειά δεν είναι ντροπή. Ούτε και αυτή. Το να ασχολούμαι με την Ιστορία. Η επαφή φέρνει την απόσταση, έλεγε ο Δημήτρης Χορν, και η απόσταση φέρνει την επαφή. Με την απόσταση από τον χρόνο μπορούμε να δούμε, ίσως, και λίγο πιο ψύχραιμα τα γεγονότα, αν και πολλά από τα αρνητικά στοιχεία και το αρνητικό πνεύμα της εποχής πολλές φορές επιβιώνει μέχρι και τις μέρες μας και προσδιορίζει και συμπεριφορές.» και ολοκλήρωσε λέγοντας πως: «Θέλω να συγχαρώ τόσο την κ. Βεκρή όσο και το ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ., που πήρε την πρωτοβουλία της έκδοσης αυτού του βιβλίου. Να της ευχηθώ για ακόμη μια φορά να είναι καλοτάξιδο και οπωσδήποτε να μην είναι το τελευταίο, αλλά να είναι ένας ακόμη κρίκος σε μια αλυσίδα, που θα συνεχίσει να επεκτείνεται και στο μέλλον, όπως είναι η ιστορική μας μνήμη. Σας ευχαριστώ όλες και όλους πολύ.».
Επόμενος ομιλητής ήταν ο διακεκριμένος Ιστορικός, Αρχαιολόγος και Συγγραφέας κ. Αρχάγγελος Γαβριήλ, ο οποίος ανάφερε πως: «Αγαπητοί φίλοι και φίλες, ξεκινώντας την παρουσίασή μας, οι κυρίες που παρευρίσκονται σήμερα στην εκδήλωση αυτή μπορούνε να σημειώσουν, αν θέλουνε, τη συνταγή που θα σας δώσω της περίφημης ρυζόπιτας, που αποτελεί και τον τίτλο του ιστορικού μυθιστορήματος της Ελένης Βεκρή.
-Για κάθε ταξί, λοιπόν, χρειάζονται:
Μια ξερή μυτζήθρα ολόπαχη και αλατισμένη.
640 γραμμάρια φρέσκο γάλα.
800 γραμμάρια ζάχαρη.
Πέντε αυγά.
320 γραμμάρια ρύζι γλασσέ.
Μια μεγάλη κουταλιά φρέσκο βούτυρο.

Κανέλα και έξι φύλλα λεπτά, τα τρία στο επάνω μέρος της πίτας και τα άλλα τρία στο κάτω μέρος.
Την ψήνουμε σε μέτριο φούρνο μέχρι να ροδίσει.
Ιδού η συνταγή της άγνωστης στους πιο πολλούς πίτας, που η πρωταγωνίστρια του έργου της Ειρήνης Βεκρή, Χαρίκλεια Καραγιάννη, έφερε από τη Σμύρνη στην Ελλάδα και την έψηνε συχνά σε γιορτινά τραπέζια, αλλά και την πήγαινε δώρο σε φίλους και σε συγγενείς. Τούτη η πολύ νόστιμη πίτα αποτελεί τον πραγματικά πρωτότυπο συνδετικό κρίκο των διαφόρων επεισοδίων του ομώνυμου μυθιστορήματος, τα οποία χάρη σε αυτήν διαδέχονται αρμονικά το ένα το άλλο, στη διάρκεια μιας ολόκληρης δεκαετίας, από το 1927 έως το 1936. Εκείνη τη σημαδιακή χρονιά είναι που ο Ιωάννης Μεταξάς κατέλυσε τη δημοκρατία και εγκαθίδρυσε το δικτατορικό του καθεστώς.
Ολόκληρη η υπόθεση του βιβλίου εξελίσσεται στην τότε νεόκτιστη πόλη της Νέας Ιωνίας, η οποία θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι η πραγματική πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος. Η ιστορία, όμως, της μεγάλης αυτής προσφυγούπολης θα πρέπει να σημειώσουμε πως είναι αντιπροσωπευτική και για την πρωτοφανή περιπέτεια της εγκατάστασης στην Ελλάδα των περισσότερων Μικρασιατών προσφύγων, που αφού ξεριζώθηκαν από τις πατρογονικές τους εστίες, προσπάθησαν να βρούνε καταφύγιο σε μια όχι και τόσο φιλόξενη νέα πατρίδα.
Για τη συμπλήρωση των εκατό χρόνων από την ίδρυση και τη δημιουργία της Νέας Ιωνίας, το Κέντρο Σπουδής και Ανάδειξης του Μικρασιατικού Πολιτισμού, δηλαδή το ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ., προκήρυξε σχετικό λογοτεχνικό διαγωνισμό και ένα από τα διακριθέντα μυθιστορήματα είναι και το έργο της Ειρήνης Βεκρή, που το παρουσιάζουμε σήμερα.
Το πρώτο κεφάλαιο της Ρυζόπιτας ξεκινά όχι αμέσως μετά την ανταλλαγή, δηλαδή, το 1924, γιατί τον πρώτο καιρό ήταν αδύνατον να σκέφτεται κανένας πίτες και γλυκίσματα. Η πρωταγωνίστρια του βιβλίου, η Χαρίκλεια Καραγιάννη, βίωσε ολομόναχη τα βάσανα του ξεριζωμού της ίδιας και της μικρής της κόρης, γιατί είχε ήδη χάσει στη Σμύρνη τον ευκατάστατο χρυσοχόο άντρα της, μόλις πριν λίγο καιρό. Όπως χαρακτηριστικά γράφει η συγγραφέας, οι δυο τους «αλλογυρίζανε από παράγκες σε καλύβες και σε κάμαρες βρωμισμένες, που τις μοιράζονταν με έναν σωρό άγνωστους νοματαίους, τους άλλους βασανισμένους πρόσφυγες, που φεύγοντας από τη Μικρασία κατάφεραν να σωθούνε στα βράχια και στα αγκάθια της μητέρας πατρίδας».
Όταν, λοιπόν, επιτέλους, το 1927, μπόρεσαν με τη βοήθεια της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων, την περίφημη Ε.Α.Π., να αποκτήσουν ένα μικρό σπιτάκι με τη δικιά τους προπάντων τουαλέτα, όπως ιδιαίτερα τονίζεται, η χαρά τους ήτανε τόσο μεγάλη, που η χαροκαμένη Χαρίκλεια αποφάσισε να ξαναφτιάξει τη ρυζόπιτά της και να τη μοιράσει σε συγγενείς και φίλους. Και σε πρώτον απ’ όλους την πρόσφερε στον ξάδελφό της τον Ιάσωνα, του οποίου ο ρόλος στο μυθιστόρημα είναι σχετικά περιορισμένος, αλλά, ταυτόχρονα, και πολύ σημαντικός, γιατί ως πολιτικός συντάκτης σε εφημερίδες συχνά διαφώτιζε τη Χαρίκλεια και την κόρη της τη Ρηνιώ και τις συμβούλευε σχετικά με θέματα της κοινωνικής και οικονομικής πραγματικότητας. Ο εξάδελφος είχε δουλέψει στη Σμύρνη ως δημοσιογράφος στη μεγάλη συντηρητική εφημερίδα την «Αμάλθεια» και έτσι εύκολα βρήκε δουλειά στην Αθήνα και δικτυώθηκε πολιτικά.
Ο Ιάσωνας, όμως, έχοντα, μάλλον, συντηρητικές πεποιθήσεις, ερχότανε συχνά σε αντίθεση με την ξαδέλφη του Χαρίκλεια και την κόρη της τη Ρηνιώ, οι οποίες τις δυσκολίες της ζωής τις αντιμετώπιζαν ισοδύναμα με τους άντρες. Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που το μυθιστόρημα σε όλη του την έκταση διαπνέεται από μια ισχυρή φεμινιστική ιδεολογία.
Το δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται στα όσα ζήσανε μητέρα και κόρη το 1928. Η Χαρίκλεια τότε άρχισε να δουλεύει σε εργοστάσιο Ταπητουργίας και η Ρηνιώ να φοιτά στο Σχολαρχείο. Παράλληλα, η προοδευτική νεολαία της μεγάλης Προσφυγούπολης ασχολιότανε με τον αθλητισμό, συμμετέχοντας στον Ο.Φ.Ι., τον Όμιλο Φιλάθλων Ιωνίας, ο οποίος επέκτεινε τις δραστηριότητές του και σε κοινωνικές εκδηλώσεις, όπως χοροεσπερίδες και εκδρομές. Όλα αυτά επιβεβαίωναν την ανωτερότητα των προσφύγων έναντι των γηγενών, τους οποίους, επιπλέον, ενοχλούσε η υπεροχή των Μικρασιατών στην επιχειρηματικότητα. Έτσι, ένας νέος εθνικός διχασμός αναπτυσσότανε για μια ακόμη φορά, με τους πρόσφυγες να υποστηρίζουνε τη Βενιζελική παράταξη και τους Ελλαδίτες να είναι στην πλειοψηφία τους συντηρητικοί και Βασιλόφρονες.
Κατά τα άλλα, η Ρηνιώ συνειδητοποίησε πως εκείνο που ήθελε περισσότερο επαγγελματικά ήτανε να γίνει δασκάλα και ότι είχε ερωτευτεί το γειτονόπουλό της, τον Δημητρό, που και αυτός φαίνεται πως μυστικά ανταποκρινότανε στα συναισθήματά της. Όλα αυτά, όμως, δυστυχώς, συμβαίνανε στις παραμονές μιας πολύ δύσκολης περιόδου.
Το τρίτο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στην ολέθρια χρονιά του 1929, που ξεκίνησε με τους καλύτερους οικονομικούς οιωνούς για την παγκόσμια οικονομία, κάτι που είχε αντίκτυπο και στη Νέα Ιωνία, η οποία είχε αρχίσει να εξελίσσεται σε σημαντικό βιοτεχνικό και βιομηχανικό κέντρο. Οι προλετάριοι Μικρασιάτες πρόσφυγες αποδείχθηκαν αξεπέραστο εργατικό δυναμικό για την ανάπτυξη στην Ελλάδα της ταπητουργίας, που προηγουμένως, και ειδικά από το 1912 έως το 1922, είχε ανθήσει σε ορισμένες πόλεις της Μικρασίας. Μετά την καταστροφή, το κέντρο της ταπητουργίας πολύτιμων ανατολίτικων χαλιών μεταφέρθηκε στηγ χώρα μας, η οποία εκμεταλλεύτηκε το ήδη αναπτυγμένο άρτιο δίκτυο πώλησης ταπήτων στην Ευρώπη και στην Αμερική.
Ανάμεσα στους υπόλοιπους προλετάριους και η πρωταγωνίστρια του Μυθιστορήματος, η Χαρίκλεια Καραγιάννη, βρήκε εύκολα δουλειά στην Ταπητουργία και συνέχισε να φτιάχνει όπως πάντα τις ρυζόπιτές της. Σημαντικότερος αποδέκτης τους ήταν ο ξάδελφός της Ιάσωνας, που τώρα πια κοινωνικά είχε περάσει στις ανώτερες κοινωνικές τάξεις μαζί με αρκετούς άλλους Μικρασιάτες επιχειρηματίες και βιομηχάνους.
Έτσι, και ο εξάδελφος Ιάσωνας είχε εξελιχθεί σε εκδότη εφημερίδας, σύχναζε στην Αθηναϊκή Λέσχη, στο γωνιακό κτήριο των οδών Πανεπιστημίου και Αμερικής, και ετοιμαζότανε να παντρευτεί την κόρη κάποιου Ελλαδίτη Καθηγητή Πανεπιστημίου, ο οποίος, μάλιστα, είχε ασχοληθεί και με την πολιτική.
Τονίζουμε ιδιαίτερα την περίπτωση του γάμου του Ιάσωνα, γιατί εκείνη την εποχή οι γάμοι μεταξύ γηγενών και Μικρασιατών ήταν αρκετά σπάνιοι. Οι «γιαουρτοβαφτισμένοι», όπως ειρωνικά αποκαλούσαν τότε οι ντόπιοι τους πρόσφυγες, με τη συχνά βαριά προφορά και το ανατολίτικο εδεσματολόγιο, δεν εθεωρούντο σπουδαίοι γαμπροί και νύφες. Θα έπρεπε να περάσουνε καμιά εικοσαριά χρόνια, ώστε να εξαλειφθούν στα τέλη της δεκαετίας του σαράντα τα εμπόδια στις επιγαμίες και στην πλήρη ανάμειξη του πληθυσμού της Ελλάδας.
Πάντως, η κόρη της Χαρίκλειας, η Ρηνιώ, καθώς και η καλύτερή της φίλη η Μαριάνθη, με το σπαθί τους κατάφεραν να ξεπεράσουν αρκετά ταξικά εμπόδια εκείνης της εποχής, πετυχαίνοντας να εισαχθούνε στη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία.
Την ίδια περίοδο η, επίσης, φεμινίστρια μητέρα της Ρηνιώς, Χαρίκλεια Καραγιάννη, αφού δοκίμασε να εργαστεί ως υφάντρια ταπητουργίας, επειδή λόγω ηλικίας δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί σε ταχύτητα της νεότερες συναδέλφισσές της, δεν δίστασε να εργαστεί στο βαφείο ου εργοστασίου, παρά το γεγονός ότι αυτό το πόστο εθεωρείτο καθαρά ανδρική επικράτεια. Σύντομα, όμως, όλοι οι συνάδελφοί της την αναγνώρισαν ως ισότιμή τους.
Είχανε περάσει εφτά χρόνια από τη Μικρασιατική καταστροφή και ο προσφυγικός πληθυσμός είχε αρχίσει κάπως να συνέρχεται. Μητέρα και κόρη οικονομικά και κοινωνικά τα πήγαινε καλά σε όλους τους τομείς, όταν, ξαφνικά, τον Οκτώβρη του 1929, ξέσπασε τελείως απροσδόκητα το μεγάλο κραχ του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης. Η οικονομική κρίση χτύπησε αλύπητα όλες τις χώρες και, φυσικά, και την Ελλάδα. Ειδικά η παραγωγή της ταπητουργίας για κάποιο διάστημα εκμηδενίστηκε, γιατί το χαλί ήταν ένα είδος πολυτελείας, που κανένας πλέον δεν ενδιαφερότανε σε Ευρώπη και Αμερική να αγοράσει. Οι παραγγελίες όλες ακυρώθηκαν και η παραγωγή στοιβαζόταν αδιάθετη σε αποθήκες και διαδρόμους. Η ανεργία εκτινάχθηκε στα ύψη, ιδίως στην εργατική τάξη, και, φυσικά, η Χαρίκλεια έχασε τότε τη δουλειά της, αλλά ως αγωνίστρια που ήτανε, τελικά, κατάλαβε πως θα έπρεπε και εκείνη να γυρίσει σελίδα.

Το τέταρτο κεφάλαιο αναφέρεται στα γεγονότα του 1930. Τη χρονιά αυτή η διαφοροποίηση και η αποστασιοποίηση των ανώτερων και κατώτερων κοινωνικών τάξεων έγινε λόγω της οικονομικής κρίσης ακόμη μεγαλύτερη. Στο μυθιστόρημα της Ειρήνης Βεκρή την αριστοκρατική τάξη εκπροσωπούνε τα πλούσια μέλη της Αθηναϊκής Λέσχης και συγκεκριμένα από τους ήρωες του βιβλίου μόνον ο Ιάσωνας, ο εξάδελφος της Χαρίκλειας. Αυτός, και λόγω της ιδιότητάς του αρχικά ως δημοσιογράφου και αργότερα ως εκδότη εφημερίδας, συνεχώς βελτίωνε την κοινωνική του θέση. Χαρακτηριστική είναι η σκηνή κατά την οποία ο Ιάσωνας με την πλούσια αρραβωνιαστικιά του έρχονται με το αυτοκίνητό τους στο σπιτάκι της Χαρίκλειας, για να φέρουνε την πρόσκληση για τον προσεχή τους γάμο, που θα γίνει στον Άγιο Διονύσιο, στην οδό Σκουφά. Από το αριστοκρατικό Κολωνάκι στα λασπόνερα και στις λακκούβες του χωματόδρομου στη Νέα Ιωνία η απόσταση ήτανε πολύ μεγάλη και εξελίχθηκε σε ακόμη μεγαλύτερη, όταν πραγματοποιήθηκε και ο ιδιαίτερα μεγαλοπρεπής γάμος. Στην πολυτελή δεξίωση, που τον ακολούθησε, δυστυχώς, η Χαρίκλεια και η Ρηνιώ, ως φτωχοί συγγενείς, δεν ήτανε καλεσμένες.
Οι δυσκολίες, όμως, οι στενοχώριες και οι ταπεινώσεις δεν καταφέρανε αυτές τις δυνατές Μικρασιάτισσες γυναίκες να τις κάνουνε να γονατίσουν. Η Χαρίκλεια, αποφάσισε πως δεν θα ξαναγυρίσει στο Εργοστάσιο. Δεν επρόκειτο πια να συνεχίσει να ξενοδουλεύει και από εδώ και στο εξής θα γινόταν αφεντικό του εαυτού της. Άρχισε, λοιπόν, να σχεδιάζει φορέματα, να κόβει πατρόν και να ράβει, στην αρχή με το χέρι και κατόπι με μια ραπτομηχανή, που κατάφερε να αγοράσει. Στη συνέχεια, έκανε το μεγαλύτερο βήμα, δημιουργώντας μια δική της επιχείρηση, την οποία στέγασε σε ένα νοικιασμένο μικρό κατάστημα στο κέντρο της πόλης. Στη βιτρίνα του πρόβαλλε καλόγουστες πρωτότυπες δημιουργίες της, που κυριολεκτικά ενθουσίασαν τον γυναικόκοσμο της Νέας Ιωνίας. Στη μεγάλη της αυτή προσπάθεια είχε και τη συμπαράσταση της κόρης της, που τη βοηθούσε στις πωλήσεις, συνεχίζοντας, ταυτόχρονα, και τελειώνοντας τις σπουδές της.
Και να που στο πέμπτο κεφάλαιο του βιβλίου, το οποίο αναφέρεται στο 1931, έρχεται πια η ώρα των σημαντικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων με την ισχυροποίηση του κοινωνικοπολιτικού ρεύματος του φεμινισμού. Το Κίνημα αυτό στις δεκαετίες του ’20 και, ιδίως, του ’30, κατάφερε, επιτέλους, να δώσει σε όλες τις Ελληνίδες, Ελαδίτισσες και Μικρασιάτισσες, ένα μεγάλο μέρος από τα δικαιώματα, που θα έπρεπε από πάντα να απολάμβαναν ισότιμα με τους άντρες.
Πολύ σωστά η Ειρήνη Βεκρή γράφει στη σελίδα 66 του βιβλίου της: «Το 1931, ο γυναικείος ελληνικός πληθυσμός έχει ήδη αυξηθεί σημαντικά, αφού μετά το 1922, με τον ερχομό στην Ελλάδα των Μικρασιατών προσφύγων, υπερίσχυαν πληθυσμιακά οι γυναίκες, καθώς οι πιο πολλοί άντρες από τη Μικρασία δεν κατάφεραν να έρθουν. Λίγοι μόνο μπόρεσαν να φτάσουν στην Ελλάδα αργότερα. Οι άλλοι σφαγιάσθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν ή υπηρέτησαν στα τάγματα εργασίας, τα «αμελέ ταμπουρού».
Το αποτέλεσμα τούτης της τραγικής κατάστασης ήταν η πληθυσμιακή υπεροχή των Μικρασιατισσών να αρχίσει να επηρεάζει σοβαρά και το θέμα της παροχής ψήφου στις γυναίκες, προπάντων στις προσφυγουπόλεις, όπως η Νέα Ιωνία. Ούτως ή άλλως, όμως, και χωρίς το δικαίωμα ψήφου, οι γυναίκες στη Μικρασία είχαν από πάντα ξεχωριστή θέση στην κοινωνία και πολλές από αυτές ήτανε σκληρά εργαζόμενες, σε αντίθεση με τις Ελλαδίτισσες, που βρίσκονταν, γενικά, κλεισμένες στο σπίτι και στο νοικοκυριό τους.
Με αυτή τη λογική και η Ρηνιώ, η κόρη της Χαρίκλειας, από νωρίς αποφάσισε να σπουδάσει δασκάλα, ώστε να μπορέσει να εργαστεί στην εκπαίδευση, σε μια εποχή που οι Ελλαδίτες δεν θεωρούσαν καν υποχρεωτική τη φοίτηση των κοριτσιών τους ακόμη και στο Δημοτικό. Έτσι, η ομορφιά, αλλά και ο δυναμισμός της Ρηνιώς έκαναν το γειτονόπουλό της τον Δημητρό να την ερωτευτεί, μια ιστορία που είχε ξεκινήσει δειλά-δειλά ήδη πριν από τρία χρόνια, όπως διαβάζουμε στο δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου.
Τον δυναμισμό της, βέβαια, η Ρηνιώ τον είχε κληρονομήσει από τη μητέρα της, η εμπορική επιχείρηση της οποίας σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Η φήμη του καταστήματος της Χαρίκλειας προκάλεσε και την επίσκεψη της φεμινίστριας Μαρίας Παπάζογλου, που θα πρέπει να ήταν μέλος του Συνδέσμου για τα Δικαιώματα της Γυναίκας. Η Παπάζογλου, της έκανε μια μεγάλη θεωρητική διάλεξη για γυναικεία θέματα, που η καταστηματάρχης Χαρίκλεια τα γνώριζε πολύ καλά στην πράξη, από όσα είχε η ίδια ζήσει έως τότε. Η φλύαρη κατηχήτρια πριν φύγει της έδωσε και ένα τεύχος του περιοδικού «Ο Αγώνας της Γυναίκας», όπου υπήρχαν αποσπάσματα από ομιλίες εκπροσώπων διαφόρων φορέων σε μια μεγάλη φεμινιστική συγκέντρωση.
Προσωπικά, θεωρώ παράδοξη τη συζήτηση ανάμεσα σε μια φεμινίστρια της θεωρίας και του γλυκού νερού και σε μια άλλη φεμινίστρια της ζωής και της δράσης. Οπωσδήποτε η γυναικεία υπόθεση και το θέμα της ισότητας αντρών και γυναικών είναι σίγουρα ο βασικός άξονας του μυθιστορήματος, που έρχεται και ξανάρχεται σε όλα τα κεφάλαια του βιβλίου. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Ο.Φ.Ι., δηλαδή, του Ομίλου Φιλάθλων Ιωνίας, που ήταν ανοιχτός και στον γυναικείο αθλητισμό, και ειδικά στο βόλεϊ. Εκεί, η Ρηνιώ είχε την ευκαιρία να συναντιέται ελεύθερα με τον Δημητρό, ο οποίος, όμως, δείλιαζε και δεν της εκδήλωνε ανοιχτά και ξεκάθαρα τα συναισθήματά του.
Οι αισθηματικές περιπέτειες δύο γειτονόπουλων περιγράφονται στο έκτο κεφάλαιο της Ρυζόπιτας, οι οποίες γνώρισαν μεγάλα σκαμπανεβάσματα το 1932. Στη διάρκεια, όμως, του ίδιου έτους, οι επαγγελματικές προοπτικές και των δύο ερωτευμένων διαγράφονταν πλέον θετικές. Η Ρηνιώ πήρε το πτυχίο της από τη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία και ο Δημητρός σε λίγο επρόκειτο να ολοκληρώσει τις σπουδές του στο Πολυτεχνείο και να βρει εύκολα δουλειά.
Στο έβδομο κεφάλαιο η Ρηνιώ προσλήφθηκε στον Κάδμο, το σπουδαίο ιδιωτικό σχολείο του Αντώνη Σαπουντζάκη, αλλά το πιο σημαντικό γεγονός ήταν ότι, επιτέλους, το ειδύλλιο των δύο γειτονόπουλων επισημοποιήθηκε, οπότε ο δρόμος για τον γάμο άνοιξε οριστικά και οι ρυζόπιτες πηγαινοέρχονταν πλέον θριαμβευτικά.
Το όγδοο κεφάλαιο καλύπτει τα γεγονότα του 1934, δηλαδή, ένδεκα χρόνια μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λοζάνης, η οποία προέβλεπε την Ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, και ουσιαστικά δέκα χρόνια μετά την αρχική εγκατάσταση στην περιοχή των Ποδαράδων προσφύγων από τη Μικρασία. Τη χρονιά αυτή ιδρύθηκε και επίσημα ο Δήμος της Νέας Ιωνίας, που φέτος συμπληρώνει τα 90 χρόνια της ύπαρξής του. Στις δημοτικές εκλογές, που διεξαχθήκανε τότε, ψηφίσανε για πρώτη φορά και όλες οι γυναίκες, που είχανε συμπληρώσει τα 30 τους χρόνια και είχανε, τουλάχιστον, απολυτήριο του Δημοτικού Σχολείου.
Μέσα σε αυτό το κλίμα έγινε και ο γάμος της Ρηνιώς με τον Δημητρό, που περιγράφεται στο ένατο κεφάλαιο του μυθιστορήματος.
Το σύντομο και σκοτεινό δέκατο κεφάλαιο είναι και το τελευταίο του βιβλίου. Η δικτατορία του Μεταξά, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Εμφύλιος ήταν η αιτία που η Χαρίκλεια για δεκαπέντε χρόνια σταμάτησε να φτιάχνει τη Ρυζόπιτά της. Άρχισε να την ξαναφτιάχνει από το 1952 και μετά, για όσο καιρό τη βαστούσαν οι δυνάμεις της, πάντα στο ίδιο μικρό κουζινάκι του αγαπημένου σπιτιού της, όπου έζησε πια μόνη της ως τον θάνατό της.
Γιατί, επιτέλους, τι είναι ένα σπίτι; Αναρωτιέται η συγγραφέας Ειρήνη Βεκρή, που δίνει αμέσως την απάντηση: Το σπίτι είναι ένας χώρο, που μαζεύονται οι αναμνήσεις.
Τελειώνοντας, λοιπόν, αγαπητοί μου φίλοι, και συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε να πούμε πως το μυθιστόρημα με τον εκ πρώτης όψεως κάπως περίεργο τίτλο: «Η Ρυζόπιτα», μέσα σε 222 σελίδες καταφέρνει να παρουσιάσει με απλό, ζωντανό, κινηματογραφικό θα έλεγε κανείς τρόπο μια σχετικά μικρή περίοδο της ιστορίας της μεγάλης προσφυγούπολης της Νέας Ιωνίας. Από το 1927 έως το 1936, στο διάστημα αυτών των δέκα χρόνων, παρακολουθούμε βασικά τη ζωή των δύο πρωταγωνιστριών του βιβλίου, αλλά σιγά-σιγά συνειδητοποιούμε, όπως είπαμε και πιο πάνω, ότι η πραγματική πρωταγωνίστρια της ιστορίας είναι μια τελείως καινούργια πόλη. Η πόλη αυτή δημιουργήθηκε από το μηδέν σε μια καθαρά αγροτική περιοχή, που λεγότανε άλλοτε Ποδαράδες και τη διέσχιζε ένα ρέμα, που είχε το όχι και τόσο εύηχο όνομα του Ποδονίφτη. Στη συνέχεια, η Νέα Ιωνία δυναμικά εξελίχθηκε σε ένα πολύ σημαντικό προάστειο της Αθήνας, χάρη στις άοκνες προσπάθειες των πρώτων ηρωικών κατοίκων της, που ήτανε Πρόσφυγες από όλη τη Μικρασία.
Ως παιδαγωγός, αλλά και ως ιστορικός, πιστεύω ότι «Η Ρυζόπιτα» θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σαν ένα θαυμάσιο σχολικό βοήθημα Τοπικής Ιστορίας, ειδικά για τους μαθητές των Σχολείων της Νέας Ιωνίας. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει πως το βιβλίο της Ειρήνης Βεκρή δεν έχει μεγαλύτερη και ευρύτερη λογοτεχνική αξία, αφού διακρίνεται για τη λιτότητα, τη λεπτότητα, την ευαισθησία και τη μεγάλη ανθρωπιά του. Σας ευχαριστώ πολύ.».
Η παρουσίαση συνεχίστηκε με τη Δρ. του Παντείου Πανεπιστημίου, Συγγραφέα κ. Καλλιόπη Στεριάδου, η οποία είπε τα ακόλουθα: «Ο Σαρρή Μιχαλάσης (του είχαν βγάλει το παρατσούκλι για τα ξανθοκόκκινα μαλλιά του), καθώς γύριζε απ’ την ολοήμερη δουλειά του με βήμα αργό, χτυπώντας ρυθμικά το μπαστούνι στο καλντερίμι, κοντοστάθηκε και ευχήθηκε στον κιρκάσιο άρχοντα «Καλό Ραμαζάνι». Ο μπέης έσφιξε τα χαλινάρια της καμήλας, που έβγαζε απ’ το στόμα αφρούς βαλαντωμένη απ’ τη ζέστη. Με τον κοντουλό προύχοντα ήταν φίλοι. Το τραπεζικό κατάστημα του Μιχαλάκη Αναστασιάδη τον εξυπηρετούσε στις χρηματικές δοσοληψίες του με τα γύρω εξήντα χωριά.
Η ζωή των δύο λαών κυλούσε ειρηνικά, όπως ανωτέρω αφηγείται στις σελίδες του τετράτομου μυθιστορήματός του, σχεδόν αυτοβιογραφικού, «Τα Παιδιά της Νιόβης», ο Μικρασιάτης Τάσος Αθανασιάδης.
Το ίδιο ειρηνικά ζούσαν Έλληνες και Τούρκοι στη λαϊκή συνοικία της μεγάλης, προοδευτικής πολιτείας «Στου Χατζηφράγκου», του ομώνυμου μυθιστορήματος του Κοσμά Πολίτη, που ανήκει στα κορυφαία έργα της γενιάς του ’30, παρόλο που γράφτηκε στα 1962-63, για «Τα σαραντάχρονα μιας χαμένης πολιτείας», όπως είναι ο υπότιτλός του, κερδίζοντας και το Α΄ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος του 1964.
«Ο κύριος Αλιφάντης με τα μπλου του σήμερα, επίσημα κατέβηκε απ’ την καρότσα. Τον υποδέχτηκε ο Χατζή Σάββας.
-Μουχτάρ εφέντη, σου παραδίδω τον ντουσε μέ. Γκιουζέλ, ε;
-Άφεριμ, άφεριμ.
-Έλα μαζί μου να τον επιθεωρήσεις.
Πήγανε ώσαμε την άλλη άκρη και γυρίσανε, ανάμεσα σε μια διπλή παράταξη από ανοιχτά παράθυρα, μάτια και γλώσσες.
-Γκιουζέλ ε, ξανάπε ο κ. Αλιφάντης.
-Τσοκ γιουζέλ.
-Υπόγραψε να τον παραλάβεις.
Βέβαια, και στα δύο λογοτεχνικά έργα, που οι αφηγήσεις τους ανήκουνε στον πριν μπορούμε ν’ ανιχνεύσουμε τα στοιχεία εκείνα που οδήγησαν στην καταστροφή και στον αφελληνισμό της Μικράς Ασίας.
Υπάρχει, όμως, και το τραγικό μετά. Με σφαγή, δάχτυλα γυναικών που συρρικνώνονταν στην απειλή ότι θα τα κόψουν για να τους πάρουνε τα δαχτυλίδια, κατατρεγμός, εξαθλίωση, χαμοζωή σε παραπήγματα και δρόμους γεμάτους τύφο και δυσεντερία.
Το διαμάντι, όμως, και ο χρυσός αστράφτουν και μέσα από τα λύματα. Από τέτοια ανθεκτικά πολύτιμα υλικά φαίνεται πως ήταν φτιαγμένος ο χαρακτήρας της ηρωίδας της νουβέλας της Ειρήνης Βεκρή: «Η Ρυζόπιτα», που παρουσιάζουμε απόψε.
Η Χαρίκλεια αναδύεται ανάμεσα από το ενάμισι εκατομμύριο πρόσφυγες, που αγωνίζονταν, μένοντας όπου μπορούσαν «εδώ κι εκεί, σε θέατρα, σχολεία, πλατείες, ρέματα, γήπεδα, σπηλιές βράχων, εγκαταλελειμμένα λατομεία, στα Τουρκοβούνια, στον βράχο της Ακρόπολης, σε τρώγλες και παραπήγματα.»
Οι ελπίδες σβήστηκαν ύστερα απ’ τα «σύμφωνα» και τις «συμφωνίες» και τις «συνθήκες» των Σεβρών και της Λοζάνης. Το είχαν καταλάβει πλέον οι πρόσφυγες ότι γυρισμός δεν θα υπάρξει.

Κάπου στους Ποδαράδες, λοιπόν, η Χαρίκλεια τον πρώτο καιρό, ούτε που έφερε στο μυαλό της τη ρυζόπιτα, που δεν υπήρχε Αποκριά στις καλές μέρες της Σμύρνης που να μην την ψήσει. Ήτανε το αντέτι της.
Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες, με την έλευσή τους σε τούτη τη χώρα, που ακόμη τότε δεν γνώριζε πώς να γιατρέψει τις εγχώριες πληγές τους, άλλαξαν τα δεδομένα:
Τόνωσαν την οικονομία, επέκτειναν τα επαγγέλματα, εμπλούτισαν τη λογοτεχνία με τόσους δυνατούς εργάτες της πέννας, πολλούς απ’ αυτούς κορυφαία ονόματα της γενιάς του ’30, ανάμεσά τους κι έναν νομπελίστα. Άλλαξαν και τη γαστρονομία, δηλαδή, την τέχνη της υψηλής μαγειρικής.
Σουτζουκάκια, μουσακάς, θράψαλα γιομιστά, μελιτζάνες γιομιστές σμυρναίικες, μαλαθροκιοφτέδες, πιλάβι με τα μύργαλα, τουρλού, ντολμαδάκια μικρασιάτικα, χουνκιάρ μπεγιεντί.
Εδώ και η ρυζόπιτα, ένα έδεσμα μισό γλυκό, μισό αλμυρό.
Λαμπρή ιδέα της Ειρήνης Βεκρή και συνεκτικός ιστός των γεγονότων της ζωής της Χαρίκλειας από το 1927 στους Ποδαράδες έως το 1936 στη Νέα Ιωνία, την επιβολή δικτατορίας και το τέλος της παρασκευής της ρυζόπιτας.
Η Χαρίκλεια σώθηκε και έζησε. Ήταν χρυσοχέρα, έλεγε καλό λόγο σ’ όλους, δεν άντεχε την ατιμία και τη μπαγαποντιά. Νοικοκύρεψε τα λίγα τετραγωνικά του σπιτικού της: Καλοσιδερωμένη κουρτίνα, μονόφυλλη ντουλάπα, σιδερένια κρεβάτια δυο και το κυριότερο: Δικό τους αποχωρητήριο, η υπέρτατη πολυτέλεια. Ο εξάδελφος Ιάσων, δημοσιογράφος και συμβουλάτοράς της, τη βοηθούσε στις σημαντικές της αποφάσεις. Και αφού η Χαρίκλεια τακτοποιήθηκε με τη μικρή της κόρη, τη Ρηνιώ, στο σπίτι, που με τη βοήθειά του απέκτησε, του πήγε η Χαρίκλεια ολόκληρη ρυζόπιτα στο γραφείο του. 24 ολόιδια ρομβοειδή κομμάτια, πασπαλισμένα με κανέλα, σκεπασμένα με λαδόκολλα και καλό κεντημένο πεσκίρι, δώρο στον επιφανή εξάδελφο, που τότε, στο πριν, στο αρχοντικό της Χαρίκλειας στη Σμύρνη, καλοπερνούσε και καλότρωγε.
Τώρα η Χαρίκλεια στο εργοστάσιο ταπητουργίας, εργάτρια, αφού οι λίρες και τα χρυσαφικά είχαν εξανεμιστεί για τις πάμπολλες ανάγκες τους.
Η Ρηνιώ στο Σχολαρχείο, σχολείο σημαντικό τότε, που έδινε μόρφωση γερή στους μαθητές του.
Η Χαρίκλεια άπιαστη στην τέχνη του χαλιού. Και ξανάφτιαξε ρυζόπιτα για τον Ιάσωνα, που τώρα ήτανε αρχισυντάκτης στην εφημερίδα που εργαζόταν.
Η επαναστατική κυβέρνηση του Μαύρου Καβαλάρη είχε αναλάβει την αποκατάσταση των προσφύγων με τη συγκρότηση της Επιτροπής Αποκατάστασης.
Ο πρώτος Πρόεδρός της, ο Αμερικανός Φιλέλλην Ερρίκος Μοργεντάου, ενήργησε πολύ για τη Νέα Ιωνία.
Βιομήχανοι έστησαν μονάδες και απασχολούσαν μεγάλο αριθμό εργατικού δυναμικού. Οι Ποδαράδες προόδευσαν, άνθισαν οικονομικά, έγιναν το «Μάντσεστερ» της Ελλάδας.
Και το τελετουργικό της ρυζόπιτας συνεχιζόταν. Απλωμένη στα γόνατα της Χαρίκλειας περίμενε τον εξάδελφο Ιάσωνα, που έλειπε απ’ το γραφείο του.
Στην Αθηναϊκή Λέσχη πήρε το αυτί της Χαρίκλειας, από τις ακριτομύθειες των υπαλλήλων του γραφείου:
-Τι κάνει εκεί;
-Κάνει γνωριμίες παιδί μου.
Και έκανε. Ετοίμαζε κι έναν καλό γάμο με κόρη Καθηγητού Πανεπιστημίου, παρακαλώ.
-Μεγαλείο.
-Είδες ο πρόσφυγας; Τι σου έλεγα; Αυτοί θα μας φάνε και θα μας πάρουν και τις καλές τις νύφες.
Η Χαρίκλεια δεν ήθελε ν’ ακούσει άλλα. Άφησε το δέμα για τον κύριο Διευθυντή και έφυγε.
Τι να κάτσει να του πει; Θα τον ενδιέφερε η δική της ζωή; Τα νέα της Ρηνιώς, που ήτανε φοιτήτρια πια; Θα τον ενδιέφεραν τα Μαρασλειακά; Μήπως κι εκείνος συμφωνούσε ότι δεν έπρεπε να δοθεί η ανάθεση διδασκαλίας σε γυναίκα του μαθήματος της Ιστορίας, αφού τέτοιας σπουδαιότητας μαθήματα πρέπει να δίνονται μόνο σε άνδρες;
Απ’ ό,τι καταλάβαινε ήταν τώρα κι ο Ιάσωνας μέρος του συστήματος και, ίσως, καταδίκαζε κι αυτός τους τολμηρούς σπουδαίους παιδαγωγούς, τον Σμυρνιό Δημήτριο Γληνό και τον Στερεοελλαδίτη Αλέξανδρο Δελμούζο, που τους έπαψαν από τις θέσεις τους.
Ο Ιάσωνας παντρεύτηκε με κάθε επισημότητα και με παρούσα όλη την αφρόκρεμα της κοινωνίας.
Προόδευε, όμως, και η Χαρίκλεια: Χρυσοχέρα κι επινοητική άνοιξε το δικό της ατελιέ στη Νέα Ιωνία με είδη ένδυσης, δημιουργίες πρωτότυπες και φτιαγμένες απ’ τα χέρια της.
Χαρίκλεια και Ιάσων, βίοι παράλληλοι.
Όμως, ανάμεσα στα δυο ξαδέρφια υψώθηκε ένας τοίχος.
Το μεγαλοπιάσιμο του Ιάσωνα και η αφ’ υψηλού πλέον συμπεριφορά η δική του και της γυναίκας του, την απομάκρυναν. Και το κυριότερο, δεν της πήγαινε καθόλου ο ρόλος της φτωχειάς συγγενούς.
Στις σελίδες του βιβλίου τα γεγονότα διαδέχονται το ένα το άλλο:
-Η πρόοδος της δουλειάς της Χαρίκλειας.
-Η άνοδος και η εξέλιξη του Γυναικείου Κινήματος και στη Νέα Ιωνία, στο οποίο αναμείχθηκε και η Χαρίκλεια ενεργά.
-Η αναγνώριση της Νέας Ιωνίας ως Δήμου.
-Ο γάμος της Ρηνιώς.
Η ρυζόπιτα ξαναπαρασκευάστηκε και συνόδευσε το προσκλητήριο του Ιάσωνα, τον υπερόπτη επιτυχημένο ξάδελφο, που προσφέρθηκε να συνοδεύσει τη νύφη στην εκκλησία, αλλά που πήρε την περήφανη απάντηση ότι θα τη συνόδευε η Χαρίκλεια, αφού και μάνα και πατέρας ήταν πάντα αυτή για τη Ρηνιώ.
Η Ειρήνη Βεκρή βιογραφεί την εργατική, επίμονη, αποφασιστική, αξιοπρεπή Χαρίκλεια με την πέννα του παντογνώστη αφηγητή.
Ζωντάνια, ευαισθησία, εξαιρετικοί διάλογοι, ιστορικές αλήθειες και μια λεπτή υποδόρια μελαγχολία, ίσως, γι’ αυτά που έφυγαν και δεν θα επιστρέψουν.
Η συγγραφέας αναφέρεται με επιτυχία στην αφηγηματική τεχνική της προοικονομίας, προετοιμάζοντας τον αναγνώστη για τα γεγονότα που θα ακολουθήσουν.
Στις σελίδες του βιβλίου υπάρχουν ωραίες αναφορές για τον έρωτα, τη Μικρασιάτισσα γυναίκα, χαρακτηριστικές πτυχές της Αθηναϊκής ζωής, όπως η αριστοκρατική Αθηναϊκή Λέσχη, το ανέβασμα της οπερέτας «Οι Απάχηδες των Αθηνών», που δίνουν το αποτύπωμα μιας εποχής.
Οι ενδυμασίες ανδρών και γυναικών.
Αλλά και αναφορές σε ιστορικά-πολιτικά, οικονομικά γεγονότα παγκόσμια, όπως το κραχ του 1929, που είχε και τον δυσμενή αντίκτυπό του και στη Νέα Ιωνία.
Ενδιαφέρων και ο παραλληλισμός των δύο πόλεων, της Νέας Ιωνίας Αττικής και της Νέας Ιωνίας Μαγνησίας, ιδίως για την ομιλούσα, που μεγάλωσε στη δεύτερη.
Αποτελεσματικός ο χωρισμός της αφήγησης σε κεφάλαια, τα οποία διανθίζονται εκεί που πρέπει με λέξεις της λαλιάς των Ελλήνων της Μικράς Ασίας: Αντέτι, ολοσούσουμες, πεσκέσι, χαζίρηδες, κιμπάρης, πεσκίρι, και τόσες άλλες, που δεν υπάρχει ούτε χώρος, ούτε χρόνος για να απαριθμηθούν.
Άλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά που μας συστήνεται η Ειρήνη Βεκρή ως συγγραφέας. Η θαυμάσια μυθιστορηματική της βιογραφία, με τίτλο: «Ο άνθρωπος που έκανε τις Κυδωνίες ν’ ανθίσουν», είχε αποσπάσει το 1ο Βραβείο στον 4ο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό του Κέντρου Σπουδής και Ανάδειξης Μικρασιατικού Πολιτισμού, το έτος 2017.
Εδώ, θέλω να σημειώσω ότι οι δύο ήρωες, των Κυδωνίων και της Ρυζόπιτας, μπορούν να χαρακτηριστούν ως πολύ ενδιαφέροντες λογοτεχνικοί ήρωες.
Αλλά και η ρυζόπιτα είναι πραγματική πρωταγωνίστρια της ιστορίας.
Η Χαρίκλεια την ξανάφτιαξε το 1952, όταν οι γυναίκες κέρδισαν το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι.
Μαζί με τις ευχαριστίες, που μου εμπιστεύτηκε αυτήν την παρουσίαση, εκφράζω τα συγχαρητήριά μου στην Ειρήνη Βεκρή για το βιβλίο της, που τελειώνει με τη συνταγή της ρυζόπιτας.
Κυρίες και κύριοι, διαβάστε το, και, γιατί όχι, παρασκευάστε τη ρυζόπιτα, αυτό το πρωτότυπο Μικρασιατικό έδεσμα και, ίσως, γίνει το αντέτι σας.
Ευχαριστώ και τον Πρόεδρο της Ένωσης Σπάρτης Μικράς Ασίας κ. Λουκά Χριστοδούλου, που μου έδωσε αυτό το βήμα. Σας ευχαριστώ.».
Κατόπιν, τον λόγο έλαβε η Φιλόλογος κ. Μιμίκα Θεοδωρίδου-Διαμαντίδη, η οποία ανέφερε εν συντομία πως: «Επειδή, λοιπόν, είμαι Φιλόλογος και επειδή σέβομαι πάρα πολύ το ακροατήριο και ξέρω πόσο κουραστικό είναι όταν τραβάς λίγο τα πράγματα, δεν θα σας πω αυτά που ήθελα να πω. Ως εκπαιδευτικός θα αρκεστώ μόνο να σας πω δυο πράγματα, πάρα πολύ λίγα, σχετικά με τη σχέση της Ρηνιώς με τη γνώση, με το σχολείο. Αυτό μόνο. Δεν θα πω τίποτε άλλο. Λένε, λοιπ΄πον, ότι είχε τελειώσει τη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία και ως δασκάλα πια προσπαθούσε με τον καλύτερο τρόπο να βελτιώσει το γνωστικό επίπεδο των προσφυγόπουλων και να τους βοηθήσει να χτίσουν ένα καλύτερο αύριο. Και οι ανάγκες των μικρών μαθητών της ήταν πολλές. Όχι μόνο γνωστικές, αλλά και συναισθηματικές. Η οικογένεια προσπαθούσε να μην χαθεί αυτή η ιδιαίτερη ταυτότητα του Μικρασιάτη. Ο παππούς και η γιαγιά ήταν η ζωντανή ιστορία ενός τόπου, που δεν γνώριζαν. Ήταν, όμως, πάντα εκεί με τις παραδόσεις, τα έθιμα, την κουζίνα. Η Ρηνιώ, στον βαθμό που μπορούσε, φρόντιζε να τους καλλιεργεί την προσφυγική συνείδηση, για να λειτουργήσει μεγαλώνοντας ως ομφάλιος λώρος με τη Μικρασιατική γη των προγόνων τους. Το ελληνικό σχολείο από την άλλη, μέσα σε ένα ενιαίο σχολικό πρόγραμμα, δεν επηρεάστηκε καθόλου από τον ερχομό τόσων παιδιών με ιδιαίτερη ταυτότητα, στερώντας από τα παιδιά της δεύτερης και τρίτης γενιάς την ευκαιρία να συνδέσουν τις ιστορίες των παππούδων τους με τη νεοελληνική Ιστορία, που διδάσκονταν. Λένε ότι η καυτή μνήμη δύσκολα περνάει από αυτόν που την έζησε στον άλλον που την ακούει. Εμείς, όμως, διαβάζοντας το βιβλίο, κάνουμε ένα ταξίδι ιστορικής αναδρομής, προσωπικών εμπειριών, ζήσαμε την προσπάθεια, τον αγώνα, την υπομονή, την αξιοπρέπεια ανθρώπων με ένα παρελθόν γεμάτο πικρές εμπειρίες, που έγιναν, όμως, εφαλτήριο και πρόκληση για το στήσιμο μιας νέας ζωής, εκφράζοντας τη βεβαιότητα της αδιάσπαστης συνέχειας, συνδέοντας το παρελθόν με το παρόν. Αυτή, λοιπόν, η δραματική περιπέτεια του Ελληνισμού εξακολουθεί να είναι βίωμα και όχι παρελθόν. Και αυτό ενισχύεται με ένα καλό κομμάτι ρυζόπιτα, που οι πληροφορίες μου λένε ότι θα το έχετε στο τέλος της εκδήλωσης. Σας ευχαριστώ.».

Η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αυτή παρουσίαση ολοκληρώθηκε με τη συγγραφέα του βιβλίου: «Η Ρυζόπιτα-Δέκα χρόνια στη Νέα Ιωνία», κ. Ειρήνη Βεκρή να λέει χαρακτηριστικά πως: «Νομίζω ότι πρέπει να τελειώνουμε τώρα και νομίζω ότι φτάσαμε στο τέλος. Και σας ευχαριστώ πάρα-πάρα πολύ που ήρθατε. Πολλοί από εσάς έχετε έρθει σε όλες τις εκδηλώσεις, που κάναμε για τη «Ρυζόπιτα». Αυτή τη φορά είστε τυχεροί, γιατί έχουμε φέρει και ρυζόπιτα, που τη φτιάξαμε. Και θέλω να ευχαριστήσω τους ομιλητές, τον καθηγητή μου, που έχω τα διπλάσια χρόνια του, αλλά είναι καθηγητής μου. Αυτό δεν έχει σημασία. Τον κ. Αρχάγγελο Γαβριήλ, την κ. Πόπη Στεριάδη, τη Μιμίκα Διαμαντίδη και εσάς που ήρθατε, και όλους τους Προέδρους. Να είστε καλά. Δεν έχω κάτι άλλο να σας πω. Σας ευχαριστώ και πάλι πάρα πολύ.».

Και εξυπακούεται, φυσικά, πως φεύγοντας από τη μεστή αυτή εκδήλωση, όλες και όλοι παρέλαβαν από ένα γευστικό κομμάτι ρυζόπιτας.